
Οι αγροτικές ασχολίες των Ελλήνων του Πόντου ήταν ποικίλες. Η γεωργία και η κτηνοτροφία προηγούνταν, ως προς την οικονομική σημασία και απασχόληση και ακολουθούσαν η αλιεία και η υλοτομία. Λεφτοκάρα (φουντούκια) και χαψία (είδος γαύρου), καπνός και βούτορον, ήταν τα αντιπροσωπευτικά προϊόντα του Πόντου, καρποί του μόχθου ανδρών και γυναικών που κόπιαζαν με πρωτόγονα συνήθως μέσα. Ανακούφιση στην κουραστική ατομική τους προσπάθεια αποτελούσε – και αποτελεί ακόμη – η αργατία, η οικιοθελής, ομαδική, ταυτόχρονη προσφορά προσωπικής εργασίας για τη διευκόλυνση των συνεργαζόμενων αγροτών. Ο θεσμός αυτός συνεργασίας και αλληλοβοήθειας αποτελεί χαρακτηριστικό πολιτισμικό στοιχείο των Ελλήνων του Πόντου και η ιδέα του εκφράζεται στην παροιμία : «Με τοι πολλούς η δουλεία ‘κ’ έχ’ νεγκασίαν».
ΓΕΩΡΓΙΑ
Δημητριακά, κυρίως καλαμπόκι – λαζούδ(ιν) – βασικό στοιχείο της διατροφής των Ποντίων – και όσπρια ήταν οι κυριότερες καλλιέργειες.
Ο καπνός ήταν επίσης μία από τις κύριες καλλιέργειες στον δυτικό κυρίως Πόντο – και σημαντικό εξαγωγικό προϊόν. Οι καπνοπαραγωγοί της Πάφρας αναζωογόνησαν την καπνοκαλλιέργεια στη βόρεια Ελλάδα μετά την ανταλλαγή.
Από τη γεωργική παραγωγή αξιοσημείωτη είναι επίσης η μεγάλη ποικιλία των μήλων και αχλαδιών.
1.-« ‘ Σ σον Αηλίαν αφκακιάν ‘θερίζ’ τ’ εμόν τ’ αρνόπον
και ντ’ έμορφα και νόστιμα κρατεί το καγανόπον»
2.-«Η κάλη μ’ παρχαρεύκεται ‘ς σα ψηλά τα ραχία
και με το κρενίν κατηβάζ’ το γάλαν ‘ς σα χωρία»
3.-«Μάθα, κόρη, την αγρυπνίαν και την κακοπειρίαν
αύρι’ θα πας σ’ σου πεθερού σ’, να είσαι μαθεμέντσα»
ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ
Με τα απέραντα ορεινά βοσκοτόπια, τα παρχάρα, η κτηνοτροφία δε θα μπορούσε παρά να αποτελεί κύρια απασχόληση των Ποντίων. Στα χιλιοτραγουδισμένα χλοερά κι ολάνθιστα παρχάρια που ζωντάνευαν από το Μάη μέχρι τέλος Αυγούστου έβοσκαν οι αγελάδες του χωριού με την επίβλεψη συγκεκριμένων ατόμων που αναλάμβαναν έμμισθα αυτό το έργο. Κυριαρχική μορφή στην εξύμνηση της βουκολικής ζωής είναι η γυναίκα είτε η ώριμη ως παρχαρομάνα ή η νέα γυναίκα:
«Παρχαρομάνα λάλεσεν, ας έρχουν οι ρομάννες,
τα χόνα όλα έλυσαν και την χλοάδαν έγκα».
Εκεί ψηλά συνήθως κοντά στα 2000 μέτρα έδιναν το εξαιρετικό γάλα τους οι αγελάδες κι απ’ αυτό γινόταν το περίφημο μυρωδάτο και γευστικότατο «βούτυρο της Τραπεζούντας» και πάμπολλα άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα (υλιστόν, τσορτάν’, πασκιτάν, μιντζίν, κ.ά.), αγνά και γευστικά, τα οποία συνδυαζόμενα με ποικίλα δημητριακά (πλιγούρι, κορκότον, φούρνικον, κ.ά.) συγκροτούσαν το εδεσματολόγιο των Ελλήνων του Πόντου και έδιναν στη μαγειρική τους το χαρακτήρα της υγιεινής.
ΥΛΟΤΟΜΙΑ
Κωμόπολη Κουλάκ καγιά, τόπος παραθερισμού των Κερασουντίων με απέραντα δάση. Οι Κωνσταντινουπολίτες Αφοί Ζαρίφη, ίδρυσαν εκεί, στο τέλος του 19. αι.,εργοστάσιο επεξεργασίας και παραγωγής ξυλείας.
ΑΛΙΕΙΑ
Το ένα τέταρτο περίπου των ορίων του Πόντου βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα που την κάνουν εύτροφη, καθώς εκβάλλουν σ’ αυτήν πολλά μεγάλα ποτάμια. Γι’ αυτό και τα αλιεύματα – θαλασσινά ή ποταμίσια – ήταν ποικίλα, άφθονα και ποιοτικά: από το δελφίνι και τον οξύρρυγχο με το μαύρο χαβιάρι ως το ταπεινό αλλά εξαιρετικής ποιότητας χαψί. Το δελφίν’ αλιευόταν σε σημαντικές ποσότητες, κυρίως για το λάδι του, που το χρησιμοποιούσαν ευρύτατα για φωτισμό, ενώ αναφέρεται ότι γινόταν σημαντική εξαγωγή του. Τον οξύρρυγχο, το μερσίν (ιν), τον ψάρευαν σε σημαντικές ποσότητες στα στόμια των μεγάλων ποταμών και έκαναν εξαγωγή το πολύτιμο μαύρο χαβιάρι του (Πάφρα). Άλλα είδη ψαριών που απολάμβανε η γεύση των Ποντίων ήταν : μπαρμπούνια, λαβράκια, κεφάλια, παλαμίδες, καλκάνια, σκουμπριά, σαβρίδια, σαργάνια κ.ά. Στο μεσογειακό Πόντο εκτός από τα παστωμένα χαψία που προωθούνταν από τα παράλια, στα ποτάμια υπήρχε αφθονία δύο κυρίως ψαριών : της πέστροφας και του σαζάν’ (είδος γριβαδιού).
ΧΑΨΙ
Το δημοφιλέστερο και πλατιάς κατανάλωσης ψάρι στον Πόντο. Μαγειρευόταν – και μαγειρεύεται – με περισσότερους από δέκα τρόπους. Η ποσότητα της αλίευσης ξεπερνούσε πολλές φορές την κατανάλωση για διατροφή και το πλεόνασμα το πουλούσαν σε ευτελείς τιμές ή και δωρεάν για λίπασμα των χωραφιών. Χαρακτηριστική ήταν η αργατία από γυναίκες, για το κούλισμαν, δηλαδή, το καθάρισμα των κορμιών των χαψιών από τα κεφάλια τους που γινόταν σε μεγάλες ποσότητες, για να παστωθούν (αλυκά χαψία). Κατά τη διάρκεια αυτής της αργατίας τραγουδούσαν οι γυναίκες :
– Mάννα, επιάσανε με, – Μη φογάσαι, καλόν έν’.
– Μάννα, έβαλανε με σο καϊκ’, – Μη φογάσαι, καλόν έν’.
– Μάννα, έβαλανε με σο καλάθ’, – Μη φογάσαι, καλόν έν’.
– Μάννα, εκούλισανε με, – Μη φογάσαι, καλόν έν’.
– Μάννα, εσέγκανε με σο τηγάν’, – Μη φογάσαι, καλόν έν’.
– Μάννα, τρώγ’νε με και στέκνε, – Μη φογάσαι, καλόν έν’.
ΛΕΦΤΟΚΑΡΑ (ΦΟΥΝΤΟΥΚΙΑ)
Το λεφτοκάρ(ιν) ήταν το πρώτο και κύριο γεωργικό προϊόν του Πόντου και από τα σπουδαιότερα εξαγωγικά προϊόντα του – και ιδιαίτερα της περιφέρειας Κερασούντας. Οι Πόντιοι αξιοποιούσαν πλήρως τα προϊόντα του. Εκτός από την ψίχα του, απολάμβαναν το εύγευστο και υγιεινό λάδι του, τον σκληρό φλοιό του το χρησιμοποιούσαν για καύσιμη ύλη στο μαγκάλι τους και τον εξωτερικό μαλακό φλοιό του για πρόχειρα στρώματα, τα ταλάσα
Στις φωτογραφίες:
1.-Συγκομιδή φουντουκιών στην Κερασούντα το 1910
2.-Αποξήρανση φουντουκιών στην παραλιακή ζώνη της Τραπεζούντας
3.-Θερισμός στη Σάντα
4.-Βατέν – Ανάπαυση στην πηγή
Πηγη: https://www0.epm.gr/epm.gr/epm.htm
Φωτογραφίες: https://www0.epm.gr/epm.gr/epm.htm